Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου - 19:53

Πάω Φινλανδία. Είμαι στο αεροπλάνο για Ελσίνκι. Η μαμά κι ο μπαμπάς είχαν ατύχημα με τη μηχανή λίγο πιο έξω από ένα χωριό εκεί κοντά. Ο μπαμπάς έσπασε το πόδι του μοναχά, αλλά η μαμά είναι σοβαρά. Πάμε εγώ κι η θεία. Κι οι γιατροί δεν ξέρουν αν.. Αν..
Σήμερα το πρωί στο τρίτο διάλειμμα με φώναξε ο διευθυντής στο γραφείο του κι όταν πήγα μου το είπε. Και δε μπορούσα ούτε να μιλήσω. Ούτε να αντιδράσω. Μου είπε να μαζέψω τα πράγματα μου και να περιμένω στην αυλή να έρθει η θεία να με πάρει. Βγήκα από το γραφείο του και κατευθύνθηκα προς την τάξη. Και κάπου στα μισά της διαδρομής θυμάμαι να μαυρίζουν όλα γύρω μου κι εγώ να πέφτω. Και το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι ένα σωρό κόσμο πάνω από το κεφάλι μου. Η Κάτε φώναζε "κάντε στην άκρη", ο διευθυντής ρωτούσε αν έπρεπε να καλέσει ασθενοφόρο κι όλοι ψιθυρίζανε μεταξύ τους. Και μετά μαυρίσανε όλα πάλι.
Και μετά θυμάμαι να ξυπνάω στο αεροπλάνο. Η θεία λέει ότι θα χάναμε την πτήση αν με πηγαίνανε στο νοσοκομείο κι ευτυχώς που ο γιατρός που καλέσανε είπε οτι ήταν από το σοκ και πως μπορούσαμε να πετάξουμε κανονικά. Κι έτσι φύγαμε.
Θέε μου.. Γιατί; Εγώ φταίω. Εγώ που έλεγα ότι δεν ξέρω αν μου λείπει. Και που δεν της έχω πει ούτε μια φορά ότι την αγαπάω. Που από τότε που έφυγαν κάνω την αδιάφορη και δεν τους δίνω σημασία. Εγώ.. Εγώ.. Αχ μαμά..

No comments:

Post a Comment